Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011

Πεζοπορία και μύθοι


Πολλές φορές στο περιβάλλον μου όταν λέω ότι την Κυριακή θα λείπω γιατί θα πάω για πεζοπορία σε κάποιο βουνό με κοιτούν με απορία και δέος.
Μερικοί βιάζονται να βγάλουν το συμπέρασμα ότι είμαι λεφτάς και είμαι υπεράνω της κρίσης.
Αυτό μου δίνει αφορμή να εξηγήσω σε γνωστούς και αγνώστους ότι το να παίρνεις τα βουνά είναι και οικονομία.
Επειδή μένω μόνιμα στην πόλη νοιώθω την ανάγκη να βγω και να πάω κάπου την ίδια μέρα πολλές φορές.
Μετά όμως από μια εξόρμηση του Σαββατοκύριακου με ορειβατικό σύλλογο, έχω γεμίσει ενέργεια τις μπαταρίες μου για όλη τη βδομάδα.
Αν βάλω τα μικροέξοδα των μικροεξόδων μου και τον χρόνο που θα τον χαρακτήριζα χαμένο και αντιστοιχεί σε χαμένο χρήμα ο λογαριασμός, μου έρχεται βαρύς.
Δεν ανήκω σ' αυτούς που θα πάρουν παπούτσια με προδιαγραφές για Εβερεστ, αρκεί ένα μποτάκι που να καλύπτει τον αστράγαλο, ένα ζευγάρι μπατόν, σακίδιο, κατάλληλα ρούχα και έφυγα.
Πολλά μαγαζιά του χώρου κάνουν το λάθος να πουλάνε μόνο επώνυμα και ακριβά αντικείμενα εξοπλισμού. Αν γίνει φθηνός ο εξοπλισμός περισσότεροι άνθρωποι θα μπουν σε δραστηριότητες στην φύση και θα κερδίσουν κι αυτοί. Δεν χρειάζομαι παπούτσια των 250 € για να πάω στην Πάρνηθα, έχω λιώσει τις σόλες από περπάτημα δύο ζευγάρια παπούτσια των 19 € από σουπερμάρκετ και ακόμα κρατάνε.
Βλέπω τελευταία όλο και πιο πολλοί νέοι έρχονται στο βουνό και αυτό μου δίνει ελπίδα και για την γενική πορεία της Ελλάδας. Οι αξίες των προηγούμενων γενιών περιορίζονταν στις ζάντες του αυτοκινήτου, στο αν είναι 4χ4, και ατέλειωτα σφηνάκια μέσα σε καπνούς από τσιγάρα.
Η μονοήμερη εκδρομή σε ένα βουνό κοστίζει περίπου 20€, αλλά για μένα αυτό που παίρνω είναι ανεκτίμητο. Πολλές φορές περιμένω πότε να τελειώσει η βδομάδα για την επόμενη εξόρμηση.
Όταν γνωριστείς βέβαια και με μερικούς φίλους του ίδιου ενδιαφέροντος περνάς υπέροχα.

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2011

Πολύδροσος - Επτάλοφος (Αγόριανη) Φωκίδας


Η αφετηρία της πεζοπορίας ήταν η Πολύδροσος πού πήρε το όνομα της από τα άφθονα τρεχούμενα νερά. Το παλιό της όνομα ήταν Σουβάλα λέξη τούρκικη που σημαίνει πηγή (Σου=νερό). Το αρχαίο όνομα ήταν Έρωχος. Περπατήσαμε περίπου 3 χιλιόμετρα μέχρι τις πηγές του Βοιωτικού Κηφισού, όπου βρήκαμε τα ερείπια της εκκλησίας Παναγίας Ελεούσας (6ου αιώνα) και τα απομεινάρια του ναού αφιερωμένου στον θεό Κηφισό φτιαγμένο από τεράστιες πέτρες σαν κυκλώπειο τείχος.

Δίπλα από το αρχαίο τείχος αρχίζει το μονοπάτι της ανάβασης. Παρ'όλο που ανεβήκαμε περίπου 400 μέτρα σε χαμηλή βλάστηση χωρίς σκιά, δεν ταλαιπωρηθήκαμε πολύ γιατί φυσούσε ένα δροσερό αεράκι. Η θέα ήταν υπέροχη πρός την πεδιάδα και τα χωριά Λιλαία και Μαριολάτα.
Στα 800 μέτρα βρεθήκαμε σε ένα οροπέδιο περιστοιχισμένο από βουνά ελατοσκέπαστα όπου μας προέκυψε μια καλή ανηφόρα 100 μετρων που την γλύκαινε το γεγονός ότι περπατούσαμε μέσα σε πελώρια έλατα. Μόλις καβαλήσαμε το διάσελο η πορεία έγινε πιο ομαλή και ευχάριστη γιατί περπατούσαμε μέσα σε ένα πανέμορφο δάσος με ανθισμένους κρόκους.

Φτάσαμε στον Κάρκαλο ένα βάραθρο που προήλθε από την κατάρρευση οροφής σπηλαίου με διαστάσεις που προκαλούν δέος.
Από κεί μετά απο μερικά χιλιόμετρα βρεθήκαμε σε ένα απέραντο περιβόλι με καρυδιές άλλα οπωροφόρα και νερά που έτρεχαν παντού. Αυτά ήταν το καλοσόρισμα της Αγόριανης, ενός ορεινού χωριού όπου το μόνο που τρέχει είναι το νερό. Οι άνθρωποι της και οι επισκέπτες της υποκύπτουν σε έναν ρυθμό ραστώνης και μετά από ένα αρνάκι κοκκινιστό και μια μπύρα αντιμετωπίζεις την οικονομική κρίση σαν να αφορά κάποια μακρινή χώρα.

www.poa.gr

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Δάσος Σκυρίτιδας, Βλαχοκερασιά Αρκαδίας, πηγές Ευρώτα


Στην συνείδηση μου είχε περάσει η εικόνα τουλάχιστον για την νότια Ελλάδα των φαλακρών βουνών με μικρές οάσεις από δένδρα που τα ονομάζαμε δάση. Με φρίκη βλέπουμε τα τελευταία χρόνια και αυτά να λιγοστεύουν με τις φωτιές.
Στην καρδιά της Πελοποννήσου οι πεζοπόροι του ΠΟΑ ανακαλύψαμε ένα αληθινό δάσος. Απέραντο, με πανύψηλα δένδρα, παρθένο. Χωρίς ξαφνιάσματα από τις ανθρώπινες δραστηριότητες.
Φτάσαμε πρωί Κυριακής στην Βλαχοκερασιά, ένα μεγάλο χωριό με το χρώμα των παραδοσιακών Μωραΐτικων χωριών και πλούτο από παλιά σπίτια με λαξεμένα πέτρινα υπέρθυρα.

Ξεκινώντας από ένα ανηφορικό δρομάκι βουτήξαμε στο δάσος που σου έδινε την εντύπωση ότι δεν πολυέβλεπε δίποδα ζώα σαν κι εμάς. Ο άνθρωπος που άνοιξε το μονοπάτι έκανε φοβερή δουλειά. Ένωσε παλιά μονοπάτια με αυλάκια παλιών νερόμυλων, περάσματα από παλιά εγκαταλειμμένα χωράφια σε μια καταπληκτική διαδρομή. Άκουσα ότι αυτό έγινε πρόσφατα και πιστεύω ότι υπάρχουν πάρα πολλοί θησαυροί της φύσης στην Ελλάδα που θέλουν κάποιον να τις ανακαλύψει.

Πολλές φορές το μονοπάτι διασταυρωνόταν με τον Ευρώτα που όντας κοντά στις πηγές του ήταν ακόμα ένα ρυάκι που έδινε όμως την δροσιά του στους πεζοπόρους. Βρυσούλες μας προμήθευσαν με το δροσερό νερό τους και μας αναζωογόνησαν. Η πορεία κράτησε περίπου 6 ώρες παρά το ότι οι τελευταίοι χάσαμε τους προηγούμενους δυο φορές.
Ένα λάθος που γίνεται συχνά είναι όταν κάποιος χάνει την οπτική επαφή με τους προηγούμενους, αντί να ψάξει για τα σημάδια προχωράει αφηρημένος και οι πίσω του νομίζοντας πως ξέρει που πάει τον ακολουθούν.
Τέλος πάντων κάναμε μερικά έξτρα χιλιόμετρα, αλλά ας πούμε ότι μας αποζημίωσαν τα βατόμουρα που βρήκαμε.
Περνώντας από ένα μπαλκόνι του βουνού που δέσποζαν οι ανεμογεννήτριες, είχαμε μια θέα των βουνών σκεπασμένων με δάση και στο βάθος ο Πάρνωνας και ο Ταΰγετος.

Κατηφορίσαμε προς την Βλαχοκερασιά από την δυτική πλευρά και την θαυμάσαμε τα όμορφα σπίτια και τα άφθονα λουλούδια. Οι άνθρωποι εκεί πρέπει να λατρεύουν τα λουλούδια.
Μετά πήγαμε σε ταβέρνα στην Κερασιά αργά, όπου η γουρνοπούλα είχε ήδη τελειώσει και παρηγορηθήκαμε με σουβλάκια.

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2011

Γεράνεια όρη


Σεπτέμβρης μήνας και ντάλα καλοκαίρι. Το να ανεβαίνεις βουνά θέλει περισσότερη αντοχή στη ζέστη ειδικά το μεσημέρι και χωρίς σκιά.
Έτσι ήταν οι συνθήκες στην ανάβαση των Γερανείων. Ξεκινήσαμε από τον Άγιο Πατάπιο και ανηφορίσαμε την πλαγιά σχετικά αργά. Η ζέστη είχε γίνει ενοχλητική και μέχρι να φτάσουμε στα πρώτα δένδρα ζοριστήκαμε λίγο.


Στο μοναστήρι των Αγίων Αποστόλων που είναι κοντά στην κορυφή αράξαμε κάτω από τα μεγάλα πεύκα και συνήλθαμε με το δροσερό αεράκι που φυσούσε. Μετά από λίγα λεπτά συνεχίσαμε για την κορφή με άνεση. Από κει η κατηφόρα μέχρι τα Πίσια ήταν διασκεδαστική. Παρατήρησα ότι στην ανηφόρα δεν μίλαγε κανείς, αλλά στην κατηφόρα η φλυαρία μας γέμιζε το δάσος με ένα βουητό που το τόνιζαν και το σούρσιμο των ποδιών μας πάνω στο χαλαρό έδαφος.
Από τα Πισια πήραμε το πούλμαν και πήγαμε στο Ηραίο, στο φάρο και μετά στη λίμνη, όπου κάναμε το μπανάκι μας σην υπέροχη λίμνη. Η ταβέρνα δίπλα, μας ξεδίψασε και μας τάϊσε σε μια δροσερή ατμόσφαιρα.
Μετά πήραμε τον δρόμο της επιστροφής που δεν ήταν και μακρύς.

Facebook like

CURRENT MOON