Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011

Ανάβαση Πάρνωνα


Νάμαστε πάλι πρωί πρωί με την αυγούλα στο δρόμο για την Πελοπόννησο. Αυτή τη φορά η εξόρμηση είναι διήμερη και ο σκοπός είναι η κατάκτηση της κορυφής του Πάρνωνα ή Μαλεβού, της μεγάλης Τούρλας ή Κρόνιον όρος. Μη μπερδεύεστε με τα πολλά ονόματα, αλλά ο Πάρνωνας σέρνει πίσω του μια Ιστορία χιλιετηρίδων και πάλι καλά που καθαρίζει με 4 ονόματα. Ήταν το βουνό του Διονύσου, προσώπου λίαν αγαπητού από την αφεντιά μου, μιας και τον κατανοώ για τον τρόπο ζωής του. Βέβαια δεν τον ακολουθώ σε ακρότητες, αλλά το κρασάκι και οι απολαύσεις είναι το σημείο επαφής μας.
Έτσι λοιπόν το να ανεβώ στη σκεπή του σπιτιού του είναι σαν επίσκεψη σε έναν παλιό φίλο.
Βρεθήκαμε λοιπόν στην Εθνική, κάναμε τη στάση μας στο Αρτεμίσιο και στη διασταύρωση της Τρίπολης βγήκαμε στους επαρχιακούς δρόμους με τις στροφές που σου βγάζουν την πίστη μέχρι να φτάσεις.
Πάλι το συνηθισμένο περνάς δεν περνάς με το πούλμαν μέσα από τα χωριά Βασαράς και Βέροια.
Φτάσαμε στο Πολύδροσο ή στα Τσίτζινα, όπου ήταν η αφετηρία του του ποδαρόδρομου. Δεν ξέρω, με τα παλιά τους ονόματα τα χωριά κουβαλούν την αυθεντικότητα τους και κομμάτι της Ιστορίας τους. Τα νέα ονόματα φαντάζουν σαν φτιασιδώματα. Πάντως τα χωριά διατηρούν την οπτική τους αυθεντικότητα και ατμόσφαιρα της άλλης παλιάς Ελλάδας. Οι τοίχοι των σπιτιών είναι χτισμένοι με την καφετιά ντόπια πέτρα που δένει με την Γή, την ζεσταίνει χρωματικά και εκπνέει μια οικειότητα με την έννοια της εικόνας του δικού σου τόπου.
Τέλος Νοέμβρη και τα φύλλα από τα πλατάνια έκαναν στρώματα με όμορφα χρώματα στούς δρόμους και τις πλατείες.
Φορτωθήκαμε τα σακίδια μας, βγήκαμε από το χωριό, πιάσαμε την απέναντι πλαγιά με προορισμό ένα κτίσμα που άσπριζε πάνω της. Είναι ο Αη Γιάννης μια εκκλησία μέσα στη σπηλιά που χτίστηκε περίπου το 1200. Εξωτερικά οχυρώθηκε με πολεμίστρες και τείχος την εποχή που ο Ιμπραήμ γυρόφερνε καταστρέφοντας στην Πελοπόννησο.
Από κει κατεβήκαμε και κάναμε μια πορεία μερικών ωρών για ζέσταμα μόνο που μου βγήκε κρύωμα, γιατί βαδίζοντας με γρήγορο ρυθμό ιδρώσαμε και μετά περιμένοντας τους αργοπορημένους ιδρωμένοι, παγώσαμε.
Πήγαμε στην ταβέρνα της Μαντώς που ήταν μόνη της και αναγκαστήκαμε να βάλουμε ένα χέριστην κουζίνα και στο σερβίρισμα για να φάμε. Οι χυλοπίτες σε στυλ ταλιατέλες με την δική της σάλτσα και μυζήθρα υπέροχες.

Πήραμε το πούλμαν και βουρ για το καταφύγιο γεμάτοι ευφορία με το στομάχι γεμάτο φαΐ και κάποια ποτηράκια κρασί. Έλα όμως που έγινε ένα λάθος και το πούλμαν μας άφησε 2 χιλιόμετρα μακρύτερα από το καταφύγιο. Φορτωθήκαμε τα σακίδια, τις προμήθειες συν το βάρος της χυλοπίτας και του κρασιού και φτάσαμε με την ψυχή στο στόμα. Στο καταφύγιο βρήκαμε το τζάκι φουλαρισμένο, βγάλαμε μερικοί τα κάστανα, τα λουκάνικα κάποια μανιτάρια που μαζέψαμε, αλλά η ορεξη μας πρόδωσε γιατί φάγαμε αργά συν την κούραση, οπότε ζεσταθήκαμε λίγο και πήγαμε στις κουκέτες του πάνω ορόφου όπου ξεραθήκαμε παρ' όλη την συναυλία των μπάσων ροχαλητών.

7 η ώρα ξυπνήσαμε, καφέδες, τσάγια και 8 η ώρα στο δρόμο για την κορυφή.
Κατηφορήσαμε αρχικά την πλαγιά του καταφυγίου πιάσαμε νερό από την πηγή και μετά την ρεματιά, αρχίσαμε την ανάβαση στον κύριο όγκο του Πάρνωνα. Οι ορειβάτες του ΕΟΣ Σπάρτης είναι μερακλήδες, έχουν κάνει πολύ καλό σημάδεμα των μονοπατιών, αποκλείοντας το να χαθείς.
Μετά από μερικές ώρες βγήκαμε από τις δασωμένες πλαγιές με πανύψηλα έλατα και βρεθήκαμε σε ένα οροπέδιο με κοντό χορτάρι σαν μοκέτα που το έκανε πανέμορφο. Εκεί χωριστήκαμε σε όσους θα ανέβαιναν στην κορυφή και σε όσους θα το αφήναν για άλλη φορά. Οσοι αποφασίσαμε την ανάβαση πήραμε την απότομη πλαγιά της Μεγάλης Τούρλας όπου δεν υπάρχει μονοπάτι, απλά την πορεία σου την δίνει το βήμα σου και το πως βολεύει το πόδι σου. Φτάσαμε στην κορυφή και βρεθήκαμε να στεκόμαστε στην καρδιά της Πελοποννήσου, αναγνωρίζοντας τα βουνά:
Ταΰγετος

Ταΰγετος, Μαίναλο, Ολίγυρτος, μέχρι και την κορυφή του χιονισμένου Παρνασσού στο βάθος. Βέβαια όλη η Πελοπόννησος δεν είχε πουθενά χιόνι, αλλά και ο καλός καιρός για την συγκεκριμένη μέρα δεν έβλαπτε. Αφου πιάσαμε την δυτική πλευρά του βουνού που απάγκιαζε γιατί στην κορυφή ο αέρας ξύριζε, αράξαμε βγάλαμε μήλα, παστέλια, κρακεράκια και κολατσίσαμε σε μια από τις ωραιότερες βεράντες της Πελοποννήσου. Όπως λέμε όλα τα λεφτά.

Μετά αρχίσαμε την κατάβαση, μερικοί ανέβηκαν και στην μικρή Τούρλα, εγώ και μερικοί άλλοι σκεφτήκαμε ότι η ορειβασία δεν είναι για χόρταση και κατευθυνθήκαμε στο εκκλησάκι του προφήτη Ηλία. Ξαπλώσαμε στο χορτάρι - μοκέτα μέσα σε έναν απολαυστικό ήλιο και χαζεύαμε τους άλλους που στο μεταξύ κατέβαιναν από την Μικρή Τούρλα. Η επιστροφή έγινε σαν άτακτη υποχώρηση, ο καθένας είχε το ρυθμό του.

Στο καταφύγιο μας περίμενε το πούλμαν, φορτώσαμε τα πράγματα και πήγαμε στον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας. Την πεσαμε σε μια ταβέρνα φάγαμε και μετά σουλατσαραμε στο χωριό. Ψωνίσαμε και τα παραδοσιακά μας από την κυρία Μαρία στο μαγαζί της "Μαλεβός" όπου μας κέρασε κυδωνόπαστο και ρακόμελο. Βέβαια ο συζυγος ήταν Αστέρας Τρίπολης και έπαιζε σήμερα με τον Ολυμπιακό, ο οποίος όπως εξελίχθηκε αργότερα έφαγε δυο γκολάκια.
Το σκοτάδι είχε πέσει για τα καλά και ξεκινήσαμε για την υπέροχη Αθήνα. Αθήνα διαμαντόπετρα στης γης το δαχτυλίδι κλπ, να μη ξεχνιόμαστε και να παίρνουμε κουράγιο.

Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011

Ζαγαράς, Ελικώνας, Πηγή Ιπποκρήνη


Ο Ελικώνας είναι από τα αγαπημένα μου βουνά. Σαν μελισσοκόμος, μερικά καλοκαίρια μεταφέρω τα μελίσσια μου αν και δεν έχω πολλά στον Ελικώνα στην περιοχή της Αρβανίτσας όπου παράγουν σύμφωνα με όσους το δοκίμασαν το καλύτερο ελατήσιο μέλι.
Βέβαια δεν χάνω ευκαιρία να τον επισκέπτομαι και με την ιδιότητα μου σαν ορειβάτης.
Έτσι βρέθηκα με τον ΠΟΑ στην Άσκρη της Θήβας να περπατώ με κατεύθυνση τον όγκο του Ζαγαρά μιας από τις κορυφές που απαρτίζουν τον Ελικώνα.

Περάσαμε μέσα από την κοιλάδα των Μουσών που τα κληματόφυλλα των αμπελιών την γέμισαν κόκκινες πινελιές, λόγω εποχής και ανεβήκαμε περίπου 100 μέτρα τους πρόποδες. Βρήκαμε έναν χωματόδρομο όπου συγκεντρωθήκαμε και ο αρχηγός ο Δημήτρης Τσαραμπάρης πρότεινε μια εναλλακτική και εύκολη διαδρομή για όσους δεν ένοιωθαν έτοιμοι για μια δύσκολη ανάβαση. Καμια δεκαριά πήραν τον εύκολο δρόμο παράλληλα με τους πρόποδες με και οι άλλοι τραβήξαμε την ανηφόρα. Ο προορισμός όλων ήταν η Ευαγγελίστρια που βρισκόταν στην βόρεια πλευρά του βουνού. Η ανάβαση μέχρι τα 1100 μέτρα ήταν αρκετά συνηθισμένη με πολλές καθυστερήσεις, λόγω αργοπορούντων.



Εκεί άρχιζε η ζώνη του χιονιού. Περνώντας κάτω από τα έλατα έβρεχε, γιατί έλειωνε το χιόνι στα κλαδιά και μετατρεπόταν σε χονδρές σταγόνες, που αν σε πετύχαιναν στον σβέρκο σε παραδρόσιζαν.
Μόλις περάσαμε την κορυφογραμμή και βρεθήκαμε στη βόρεια και ανήλιαγη μεριά, το τοπίο άλλαξε. Βρεθήκαμε σε ένα ονειρικό περιβάλλον. Θα έλεγες ότι είμαστε σε μια χώρα του αρκτικού κύκλου όπου ήταν όλα παγωμένα σε μια απόλυτη ησυχία που την διακόψαμε με την αναίσχυντη παρουσία μας και τα χαχανητά μας. Φαίνεται ένας πολύ δυνατός και παγωμένος αέρας βρήκε το χιόνι σε διαδικασία λιωσίματος και το πάγωσε σε απίθανα σχήματα. Πολλοί κρύσταλλοι είχαν οριζόντια κατεύθυνση, ενώ άλλοι δημιουργούσαν απίθανα σχήματα σαν μαρμάρινες διακοσμήσεις πάνω στα δένδρα.

Σου έδινε την εντύπωση ότι κάποια στιγμή θα πεταχτεί ο Αη Βασίλης με το έλκηθρο του. Κάναμε μια ώρα να περάσουμε αυτό το δάσος που περπατιώταν άνετα μια και το χιόνι δεν ήταν βαθύ. Σε ένα σημείο συναντήσαμε την Ιπποκρήνη, που σήμερα σώζεται σαν πηγάδι. Σύμφωνα με την
Μυθολογία ο Πήγασος το φτερωτό άλογο χτύπησε την οπλή του στη Γή και βγήκε νερό.
Από κει πήραμε την κατηφόρα για την Ευαγγελίστρια με πίεση χρόνου, χειμώνας γαρ και σκοτεινιάζει γρήγορα και αν μας πάρει η νύχτα εκεί πάνω θα μας κλαίνε και οι ρέγγες.
Πολλοί δεν είχαμε πάρει φακούς μαζί μας, πράγμα ασυγχώρητο, γιατί στο βουνό ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί. Οσο περνούσε η ώρα, στην κατάβαση η νευρικότητα και ο πανικός έκανε κάποιους να ακινητοποιηθούν και επιστρατεύτηκαν οι εθελοντές, που βοήθησαν να ξεφρακάρει η κατάσταση. Ο Μάρκος πάντα οργανωμένος μέχρι και λουκουμάκι χρησιμοποίησε να ανεβάσει το ηθικό.
Εγώ έπεσα σε μια περίπτωση μιας κυρίας που στραμπούληξε το πόδι της και στηρίζοντας την με πόνεσε η μέση μου. Τελικά μας έπιασε η νύχτα στο μονοπάτι και εγώ βρέθηκα να τραγουδάω το "Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά, στους βράχους πέφτει χιόνι".
Πήραμε τηλέφωνο τον αρχηγό που βρήκε ένα αγροτικό, να μεταφέρει τραυματίες και αργοπορημένους και τέλος καλό όλα καλά. Με λίγα λόγια δεν μας βγήκε μια βαρετή χωρίς σασπένς πεζοπορία.

Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2011

Μονοπάτι των Σιδηροδρομικών, Φαράγγι Ασωπού


Αυτή τη φορά η μεγάλη παρέα του ΠΟΑ τράβηξε βόρεια, προς την περιοχή του Γοργοπόταμου, στο φαράγγι του Ασωπού. Από το φαράγγι περνάει η σιδηροδρομική γραμμή που ενώνει την βόρεια με την νότια Ελλάδα. Η γραμμή ακολουθεί την μια σχεδόν κάθετη πλευρά του φαραγγιού πάνω από έναν συνεχόμενο γκρεμό με βάθος διακοσίων μέτρων. Την εποχή της κατασκευής του, το 1900 αποτέλεσε ένα τεχνικό θαύμα. Όλα γίνονταν χειρωνακτικά, με μόνη βοήθεια τον δυναμίτη να σπάσουν τον συμπαγή βράχο.

Η προσπέλαση ήταν αδύνατη για τους εργάτες, έπρεπε να φτιάξουν ένα μονοπάτι απ' όπου θα περνούν οι ίδιοι, αλλά και τα φορτωμένα με υλικά ζώα. Αυτό το μονοπάτι είναι ακόμα και σήμερα προσβάσιμο από πεζούς και αποτελεί μια από τις ομορφότερες πεζοπορίες της Ελλάδας. Περνάει πάνω από τις γέφυρες και τις γαλαρίες του τρένου που εναλλάσσονται, σε ένα τοπίο που σου κόβει την ανάσα.

Στην αρχή του φαραγγιού έχει ένα ανηφορικό χωματόδρομο, όπου μπαίνεις στο μονοπάτι και συνεχίζεις τελείως οριζόντια χωρίς ανηφόρες- κατηφόρες. Αν και η εποχή είναι Νοέμβρης ο καιρός είναι καλός και τα χρώματα των φύλλων γεμίζουν το τοπίο χρώματα. Περπατήσαμε ένα πολύ ξεκούραστο 2ωρο με κουβεντούλα και αστεία ώσπου φτάσαμε στον σιδηροδρομικό σταθμό Ασωπού.
Κάναμε ένα διάλειμμα, βγάλαμε τα μήλα μας, τα παστέλια μας, τα καρύδια μας, ανάλογα τον εφοδιασμό του καθενός και πιάσαμε τον ´ισκιο. Μετά από ένα μισάωρο ξεκινήσαμε για την επιστροφή από το ίδια. Επιβιβαστήκαμε στο πούλμαν και πήγαμε στον Γοργοπόταμο, που ήταν σχεδόν δίπλα.

Είχαμε αρκετή ώρα ελεύθερη και ανέβηκα στην γέφυρα όπου περπάτησα την μισή διαδρομή της. Δεν το συνιστώ σε όποιον πάσχει από ακροφοβία γιατί κάτω από τα πόδια σου υπάρχουν κάποια κενά που φοβίζουν.
Το ποτάμι από κάτω κατέβαζε μεγάλο όγκο νερού που έκανε πιο έντονη την αίσθηση του ιλίγγου.
Μαζευτήκαμε μετά μερικοί συνοδοιπόροι σε ένα τραπέζι μιας ταβέρνας και κλείσαμε την υπέροχη μέρα με κόκκινο κρασάκι.

Facebook like

CURRENT MOON