Καλή η Πάρνηθα, αλλά το πολύ το κύριε ελέησον το βαριέται κι ο Θεός.
Όλοι στην παρέα αποζητήσαμε μια εξόρμηση, λίγο πιο πέρα. Να ξεκολλήσουμε λίγο από την Πάρνηθα.
Όλοι στην παρέα αποζητήσαμε μια εξόρμηση, λίγο πιο πέρα. Να ξεκολλήσουμε λίγο από την Πάρνηθα.
Παρνασσός. Ένα πανέμορφο βουνό, άγριο μεγαλοπρεπές, προσωπικά τον θεωρώ όπως τον Όλυμπο και τον Ταΰγετο σαν κάτι που ξεφεύγει από την έννοια ενός καρούμπαλου πάνω στην επιφάνεια της Γης και αποκτά ιερή, θεϊκή υπόσταση.
Άλλωστε για τους Αρχαίους Έλληνες οι Δελφοί που είναι φωλιασμένοι στην νότια πλευρά του ήταν ο ομφαλός τη Γης.
Ήρθε το πούλμαν και φύγαμε με κατεύθυνση την Δαύλεια Βοιωτίας.
Λίγο πριν την Δαύλεια κάναμε αριστερά με κατεύθυνση τον μεγαλειώδη όγκο του Παρνασσού. Κάπου στους πρόποδες του φαινόταν από μακριά μια όαση με μια μεγαλύτερη ποικιλία δένδρων, όχι βέβαια ότι γύρω ήταν έρημος, αλλά ήταν εντυπωσιακό το "πνίξιμο" στο πράσινο αυτού του κομματιού.
Ένας χαδιάρης σκύλος με καλωσόρισε του μίλησα και με ακολούθησε, δηλαδή ακολούθησε όλους μας γιατί όσο και αν σας φανεί παράξενο μας συνόδεψε σε όλη την πορεία μας. Φαινόταν ότι ειχε ξανακάνει την διαδρομή γιατί ήξερε απο που θα πάμε.
> Ετοιμαστήκαμε στο πάρκινγκ του μοναστηριού βάλαμε-βγάλαμε ρούχα, φορτωθήκαμε το βιος μας και πήραμε το μονοπάτι που ανηφόριζε μέσα στο πυκνό ελατοδάσος.
Αλλοι ξάπλωσαν στο χορτάρι, άλλοι πιάσαμε μια κοτρώνα, βγάλαμε τα φαγώσιμα, αρχίσαμε να μασουλάμε, βγήκε και το μπουκάλι με το κρασί. Ο Δημήτρης Βετσόπουλος μου προτεινε ενα ποτηράκι, δεν είχα όρεξη για κρασί εκείνη την ώρα, με ρώτησε αν είμαι σίγουρος, αλλά μου ήρθε η φλασιά ότι επρόκειτο για το δικό του υπέροχο κρασί από σταφύλια Cabernet και Μεσογείων, οπότε δεν ήθελα παρακάλια, έτσουξα κανα δυο ποτηράκια.
Δεν υπήρχε προθυμία να σηκωθούμε για αρκετή ώρα. "Είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα".
Από κει με την πλάτη μας προς την κορυφή Μπαϊντανόραχη αρχισαμε να κατηφορίζουμε προς τον δρόμο Λειβαδιάς - Αράχωβας βλεποντας χαμηλά και δεξιά μας ένα μέρος της Αράχωβας.
Η κατηφόρα ήταν απότομη μας καταπόνησε αρκετά τα πόδια μας. Υπάρχει μια παροιμία που λέει: Ο ανήφορος θέλει ψυχή και ο κατήφορος ποδάρια".
Χαμηλότερα άρχιζε το δάσος με τα έλατα, ρουφούσαμε λαίμαργα την χαρακτηριστική οσμή του ελατοδάσους, άρχισε τόμως το βασανιστήριο της ανφοράς σε φαγητά σε τσικνες και λοιπά, οπότε είχαμε ένα κίνητρο να επιταχύνουμε το βήμα μας.
Το κρασάκι συμπλήρωσε την αίσθηση, του ότι όλο το σύμπαν συνωμοτεί να νοιώθουμε καλά.
Ένας υπνάκος μέσα στο πούλμαν έκλεψε μερικά χιλιόμετρα από την διαδρομή, έτσι φτάσαμε στο Μενίδι μέχρι να πεις Παρνασσός.
Η διαδρομή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου